νότος

νότος
νότος, ,
A south wind (opp. Βορέας, Arist.Mete.363b15, cf. Od.5.331),

εὖτ' ὄρεος κορυφῇσι Ν. κατέχευεν ὀμίχλην Il.3.10

;

ὅ τε ν. καὶ ὁ λίψ, ἀνέμων ὑετιώτατοι Hdt.2.25

(but

ὁ ν. οὐκ ἀρχόμενος ἀλλὰ λήγων ὑέτιος Arist.Pr. 942a29

) ;

ἐτέγχθη κρᾶτ' . . πληγῇσι νότου S.Ph.1457

(anap.) ;

χειμερίῳ νότῳ Id.Ant.335

(lyr.) ;

ὑγρὸς καὶ βαρύς Arist.HA597b11

;

ὑδατωδέστερος Id.Pr.943a5

; ὅταν μὲν ἐλάττων ᾖ, αἴθριός ἐστιν, ὅταν δὲ μέγας, νεφώδης ib.942a34 ;

καυματώδης Id.Mete.364b23

: in pl., Id.HA612b6.
2 N. personified as god of the South wind, Hes.Th.380, 870.
II south or south-west quarter,

πρὸς μεσαμβρίης τε καὶ νότου Hdt.2.8

;

πρὸς νότον κεῖται τῆς Λήμνου Id.6.139

;

τῆς δὲ γῆς τὸ πρὸς ν. S.Fr.24.6

;

τὸ πρὸς ν. τῆς πόλεως Th.3.6

;

βλέπειν πρὸς ν. IG22.1227.18

; ὁ τοῖχος ὁ πρὸς ν. ib.12.372.51 ; πρὸς νότου ἀνέμου ib.56 ;

βασίλισσα νότου Ev.Matt.12.42

; ἀπὸ νότου c. gen., to the south of, PTeb. 164.17 (ii B.C.), etc. ; later ἐκ νότου c. gen., PStrassb.29.8 (iii A.D.), etc. : gen.

νότου

to the south,

PTeb.105.13

(ii B.C.), etc.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Νότος — south wind masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότος — south wind masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος της Ηώς και του Αστραίου και η προσωποποίηση του νότιου ανέμου, που είναι θερμός και γεμάτος υγρασία. Σε αντίθεση με τους αδελφούς του Βορέα και Ζέφυρο, δεν αναφέρεται σε κανέναν μύθο της εποχής. II Παράλιος… …   Dictionary of Greek

  • νότος — ο 1. ένα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αλλ. μεσημβρία, νοτιά, με σύμβολο το Ν. 2. νότιος άνεμος, η όστρια, η νοτιά: Άνεμε βοριά και νότε, μη μου κουρταλείς την πόρτα (παροιμ.). 3. ως κύρ. όν., Νότος προσωποποίηση του νότιου ανέμου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Νότε — Νότος south wind masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότε — νότος south wind masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοι — Νότος south wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότοι — νότος south wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοιο — Νότος south wind masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότοιο — νότος south wind masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοις — Νότος south wind masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”